- κατηύθυνα
- κατηύθῡνα , κατευθύνωmakeaor ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κατευθύνω — κατευθύνω, κατηύθυνα και κατεύθυνα βλ. πίν. 48 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής